ΤΟ ΚΟΚΚΙΝΟ ΧΡΑΜΙ

Βρήκα ξεχασμένο σε μια ντουλάπα στο χωριό ένα κόκκινο χράμι. Στις δύο άκρες του έχει πράσινες γραμμές. Φτιάχτηκε ίσως και εκατό χρόνια πριν σε έναν αργαλειό από κάποιες γυναίκες που κουρασμένες θα αναστέναζαν πάνω του. Είναι σαν καινούριο. Αναλλοίωτο. Έχει γεωμετρικά σχέδια και έντονα χρώματα που είναι σαν να γεννήθηκαν μόλις.

Κάποιοι άνθρωποι του προηγούμενου αιώνα σκεπάζονταν με αυτό. Δεν είχαν ηλεκτρισμό και δεν έκαναν κάθε μέρα ντους με αφρόλουτρο που μυρίζει σαν ψεύτικα λουλούδια. Τα πόδια τους πατούσαν στο χώμα και όπου κι αν γύριζαν το βλέμμα συναντούσαν δέντρα. Δεν είχαν αργίες, ακόμη και την Κυριακή έπρεπε να πάνε στο χωράφι. Δεν ξέρω πώς ερωτεύονταν. Οι άντρες θα είχαν πολεμήσει ίσως και πάνω από μια φορά. Οι γυναίκες δεν έπρεπε να μιλάνε πολύ και μεγάλωναν πολλά παιδιά, κάποια τα έχαναν.  

Το κόκκινο χράμι σκέπαζε πριν από εκατό χρόνια κάποιους ανθρώπους που αντιμετώπιζαν τις δυσκολίες οπωσδήποτε σαν θέλημα Θεού. Δεν τους είπε κανείς πως τους περιμένει ένα συγκλονιστικό πεπρωμένο και είναι στο χέρι τους να το βρουν, ούτε πως δικαιούνται διαρκώς να απολαμβάνουν. Δεν ξέρω αν πάθαιναν τότε κατάθλιψη. Δεν νομίζω να κοιτάζονταν διαρκώς στον καθρέφτη. Μάλλον δεν είχαν την πολυτέλεια να ονειρεύονται. Η ζωή ήταν αυτή που τους δινόταν. Δεν ήταν ένας τροχός που γυρίζει ακατάπαυστα μέσα στο κενό και στο άπιαστο, όπως σήμερα. Δεν διερωτώμαι αν ήταν καλύτερα. Προφανώς η ζωή προχωράει. Αλλά δεν χρειάζεται να τρέχει διαρκώς με χίλια, ούτε να τσακίζεται μέσα στην ανάπτυξη.

Το κόκκινο χράμι μου φτιάχνει τη διάθεση. Το πράσινο του είναι σαν αντίδοτο στην ανία. Ίσως, αν ψάξεις μπορείς να βρεις πράγματα που δεν είναι για μαζική κατανάλωση.  Ίσως και να μπορούμε να μην καταναλώνουμε τη ζωή σαν οδοντόκρεμα. Δεν χρειάζεται να χαμογελάμε συνεχώς, ούτε να αποδεικνύουμε πως τα καταφέραμε πρώτοι στην ευτυχία. Ίσως, μπορεί να υπάρχει τελικά κάτι στη ζωή αναντικατάστατο, με αντοχή, με έντονο χρώμα. Μια συνέχεια, μια αίσθηση ιστορίας.

Κάποτε σκεπάζονταν με το κόκκινο χράμι άνθρωποι που δεν θα μπορούσαν να πιστέψουν πώς ζούμε σήμερα. Μα δεν θα τους ένοιαζε. Εκείνοι έπρεπε με το πρώτο φως του ήλιου να ξυπνήσουν το πρωί. Τα βήματά τους ακούγονταν στην ησυχία. Αν κάποιος λίγο τρελός περπατήσει στον χωματόδρομο τα χαράματα ίσως και να ακούσει τυχαία τον μακρινό απόηχο…